Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

George N. Maris -ΔΙΑΜΑΧΗ ΚΑΘΑΡΕΥΟΥΣΑΣ ΜΕ ΔΗΜΟΤΙΚΗ

George N. Maris είπε

Το περίμενα… Διότι η υπόθεσις θυμίζει τράπουλα, η οποία όμως αποτελείται από τέσσερα τραπουλόχαρτα, που ανακατεύονται και ξαναμοιράζονται, όπως λάχει: α) Ιστορία, β) Γλώσσα, γ) Θρησκεία, δ) Λαθρομετανάστευσις. Μόλις τελειώσει ο κύκλος και όλα ησυχάσουν, τσουπ, πάλι απ’ την αρχή… Σε δουλειά να βρισκόμαστε…
Προς Θεού, δεν υπονοώ τίποτα κακό για τον αρθρογράφο, ο οποίος γράφει τις απόψεις του, χωρίς να φταίει σε τίποτα ο άνθρωπος, αλλά, παρ’ όλο, που δεν διαφωνώ με το πνεύμα, που φαίνεται να τον διακατέχει, δεν θα συμφωνήσω καθόλου με το συμπέρασμα του, ότι δήθεν «σταμάτησε ο μεγαλύτερος εμφύλιος, διαρκείας 250 χρόνων (!), μεταξύ δημοτικής και καθαρευούσης» και ότι «κατακάθησε ο κουρνιαχτός στα μέσα της δεκαετίας του 1970», διότι, κατ’ αρχήν δεν έγινε ακριβώς τότε, που χρονολογεί το πράγμα, καθώς επίσης και επειδή δεν «καταλάγιασε ο κουρνιαχτός», αλλά τότε ακριβώς έγινε βιασμός της γλώσσας μας και μάλιστα από φανατισμένους γλωσσικούς μεταρρυθμιστές. Τίποτ’ άλλο δεν συνέβη και προ πάντων, όχι απλώς δεν διορθώθηκε, έστω, κάτι τι, αλλά τουναντίον όλα γίνανε χειρότερα.
Και εξηγούμαι: η υπόθεσις ξεκίνησε το 1979 επί κυβερνήσεως Ράλλη, ο οποίος είχε τουλάχιστον την εντιμότητα να παραδεχθεί το λάθος του, αλλά ο πραγματικός γλωσσικός βιασμός ξεκίνησε μετά το τέλος του 1981 και είναι γνωστόν από ποιους και πότε προήλθε. Άλλοθι και στρεβλώσεις σε τέτοια κοντινά ιστορικά περιστατικά δεν χωρούν, ούτε φυσικά τέτοιες χρονολογικές μετατοπίσεις, τις οποίες, τουλάχιστον εγώ, δεν δύναμαι προσωπικά να κατανοήσω και πολύ περισσότερο να τις κάνω αποδεκτές.
Δεν έληξε λοιπόν κανένας εμφύλιος, ούτε και διευθετήθηκε τίποτα μ’ αυτές τις παρεμβάσεις, τα αποτελέσματα των οποίων είναι εμφανή πλέον σήμερα, με την χιλιοειπωμένη τωρινή φτώχια του ελληνικού λεξιλογίου, την δυσκολία εκφράσεως των νέων μας και όλων των άλλων γραμματικών και συντακτικών αδυναμιών, στις οποίες οδηγηθήκαμε. Όλοι γνωρίζουμε την ζημιά, την οποίαν οι παρεμβάσεις αυτές προεκάλεσαν στην ελληνική γλώσσα. Μην προσπαθούμε λοιπόν να ωραιοποιήσουμε ένα έγκλημα, διότι όπως και να το κάνουμε, η μακαρίτισσα και μεγάλη καλλιτέχνις Βασιλειάδου, δεν θα μπορούσε, να μετατραπεί σε Μπριζίτ Μπαρντώ, όσο κι αν κάποιος προσπαθούσε να την φτιασιδώσει και να την κάνει να της μοιάξει.
Ο Επίκτητος ήταν εκείνος, που πρώτος παρετήρησε ότι, ο καθένας μας επηρεάζει τους συνομιλητές του και επηρεάζεται απ’ αυτούς, χωρίς να το γνωρίζει και χωρίς να το επιδιώκει και ότι η γλώσσα, ο τρόπος εκφράσεως και ομιλίας του καθενός, αυτόματα αυτορυθμίζεται κατά την καθημερινή συναναστροφή. Έτσι η γλώσσα διαρκώς υφίσταται μίαν ανεπαίσθητο και διαρκή μεταβολή, η οποία γίνεται αντιληπτή καλλίτερα στην μεταξύ γενεών διαφορά τρόπου ομιλίας. Άρα, είναι γνωστόν από την αρχαιότητα, πως η ελευθέρα και αυτόματος γλωσσική εξέλιξις, αποτελεί προϋπόθεση. Κάθε τι άλλο είναι ματαιοπονία…
Πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους, ότι η γλώσσα δεν είναι τραίνο, για να μπει σε γραμμές. Είναι πανάρχαιο δημιούργημα του ανθρώπου και διαμορφώνεται ελεύθερα. Τις ράγες λοιπόν, οι διάφοροι μεταρρυθμιστές, ας τις κρατήσουν για τους εαυτούς τους. Η ελληνική γλώσσα δεν τις χρειάζεται. Όσο για τον Φαλλμεράϋερ, ο οποίος όλο και επανεμφανίζεται απ’ το πουθενά και μάλιστα, για πράγματα τα οποία έχουν απαντηθεί πολλές φορές, όπως αυτό του απαρεμφάτου, καταντάει περίπου αστείο…
Είναι γνωστόν, ότι εκείνος ο μεγάλος Τυρολέζος μισέλλην, όταν διεπίστωσε ότι οι ιστορικές του «αποδείξεις» δεν έπεισαν τους τότε ιστορικούς, για τον «εκσλαβισμό και την εξαφάνιση των Ελλήνων» απ’ την Ιστορία κατά τον έκτο-έβδομο περίπου αιώνα, επανήλθε δριμύτερος περί το 1845, αφού προηγουμένως μας έκανε την τιμή, να ασχοληθεί ιδιαιτέρως και με την ελληνική γλώσσα. Εν μέσω λοιπόν, των περί σλαβικών τοπωνυμιών στην Ελλάδα ισχυρισμών του, αποδίδει την απώλεια του απαρεμφάτου σε σλαβική επίδραση επίσης και συμπεραίνει ότι «γλώσσα άνευ απαρεμφάτου μοιάζει με σώμα χωρίς χέρι»!
Περί της αναλύσεως του απαρεμφάτου από των χρόνων του Ευαγγελίου συνέγραψε βιβλίο ο D. Hesseling, περί δε των σλαβικών λέξεων στην ελληνικήν ο G. Meyer. Οπότε οι απαντήσεις εδόθησαν μέσα σε λογικό διάστημα. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις του K. Sandfeld, που μελέτησε το θέμα πολύ αργότερα και ο οποίος δέχεται ότι, η απώλεια του απαρεμφάτου στις βαλκανικές χώρες οφείλεται στην ελληνική, η οποία από τους χρόνους του Ευαγγελίου, άρχισε να το αναλύει, τονίζει δε ιδιαιτέρως την επίδραση της ελληνικής επί των νέων γλωσσών των Βαλκανίων.
Κατά τ’ άλλα δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στην Ιστορία του «πολέμου» μεταξύ καθαρευουσιάνων και δημοτικιστών, ο οποίος ορισμένες στιγμές είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις, ούτε να αναφερθούμε στους πραγματικά μεγάλους Έλληνες, οι οποίοι εκόσμησαν και τις δύο παρατάξεις, από την στιγμή της απελευθερώσεως του έθνους και μετά, ούτε για την τρίτη, η οποία παρουσιάσθηκε λίγο αργότερα, που κι αυτή εκπροσωπήθηκε επάξια. Εκείνο, που διαπιστώνεται είναι, το ότι θα πρέπει να επιστέψουμε το ταχύτερον στην προ των παρεμβάσεων κατάσταση, στο πολυτονικό, στην γραμματική και το συντακτικό του Τζαρτζάνου και στην διδαχή των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία. Αλλιώς, την γλώσσα μας την καταστρέφουμε…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου