Αναγαλλιάζει η κλεφτουριά
Κριστίν, Γερούν και Βόλφγκανγκ
Αντάμα και οι ψυχογιοί
Αντώνης, Βάγγος, Σταύρος
Κοιτούν τα στέρφα atm
Τα χείλη ξερογλύφουν
Κράζουνε κι΄αλαλάζουνε
Μαύρη χολή ξερνάνε:
«Σκύψτε ωρέ Γκιαούρηδες
Και όλοι ναι να πείτε
Αλλιώς ούτε κωλόχαρτο
στα μάρκετ δε θα βρείτε».
Και απαντά ο Έλληνας
Μ’ ένα περίσσιο θάρρος:
«Λατίνοι και Αλαμανοί
Οθωμανοί και Φράγκοι
τις σάρκες μας ξεσκίζετε
εδώ και μύριους χρόνους
Θέλετε κοτσαμπάσηδες
Δούλους προσκυνημένους
Να μας αρπάζουνε το βιός
Χαίρι να μη δούμε.
Στα τέσσερα μας θέλετε
στα γόνατα πεσμένους
Μα πάντα σηκωνόμαστε.
Σας έχουμε χεσμένους»…
===============================
Τρεις περδικούλες κάθουνται και μνημονεύουν όρους
Η μια τηρά απ΄τ’ Άι ‘Εμ Έφ, γη άλλ’ από Βρυξέλλες,
και η τρίτ’, η Συγγρουόμενη, μοιριολογάει και λέει.
– Αλέξη κάτσε φρόνιμα, κάτσε να προσκυνήσεις!
Δεκαοχτώ σ΄αρνήθηκαν στου Γιούρογκρουπ τη τάβλα
και κυνηγάν τους Λεύτερους, τους Απροσκυνημένους
και τώρα πούθε θα κρυφτείς, που θάβρεις μετερίζι;
– Εγώ σας τόπα μια βολά, σας τόπα τρεις και πέντε,
Λαγκάρντ εγώ δε σκιάζουμαι, Σόιμπλε δε φοβούμαι.
Αφέντη μ’ έχω το λαό, βεζύρη την Πατρίδα
Τα βόλια τσ΄άλλης Κυριακής στέλνω να προσκυνήσουν
να προσκυνήσουνε τον Σούλτς τον Γιούνγκερ να φιλήσουν.
Κι αν τύχει και με ρίξουνε, στο νου μου δεν το βάνω
Και συ Ελλάς μη λυπηθείς, μην έχεις βαρυγκώμια.
Εμένα κι αν με ρίξουνε στάθηκα παλικάρι.
Τα παλικάρια δεν τα κλαιν, δεν τα μοιριολογάνε!
Κριστίν, Γερούν και Βόλφγκανγκ
Αντάμα και οι ψυχογιοί
Αντώνης, Βάγγος, Σταύρος
Κοιτούν τα στέρφα atm
Τα χείλη ξερογλύφουν
Κράζουνε κι΄αλαλάζουνε
Μαύρη χολή ξερνάνε:
«Σκύψτε ωρέ Γκιαούρηδες
Και όλοι ναι να πείτε
Αλλιώς ούτε κωλόχαρτο
στα μάρκετ δε θα βρείτε».
Και απαντά ο Έλληνας
Μ’ ένα περίσσιο θάρρος:
«Λατίνοι και Αλαμανοί
Οθωμανοί και Φράγκοι
τις σάρκες μας ξεσκίζετε
εδώ και μύριους χρόνους
Θέλετε κοτσαμπάσηδες
Δούλους προσκυνημένους
Να μας αρπάζουνε το βιός
Χαίρι να μη δούμε.
Στα τέσσερα μας θέλετε
στα γόνατα πεσμένους
Μα πάντα σηκωνόμαστε.
Σας έχουμε χεσμένους»…
===============================
Τρεις περδικούλες κάθουνται και μνημονεύουν όρους
Η μια τηρά απ΄τ’ Άι ‘Εμ Έφ, γη άλλ’ από Βρυξέλλες,
και η τρίτ’, η Συγγρουόμενη, μοιριολογάει και λέει.
– Αλέξη κάτσε φρόνιμα, κάτσε να προσκυνήσεις!
Δεκαοχτώ σ΄αρνήθηκαν στου Γιούρογκρουπ τη τάβλα
και κυνηγάν τους Λεύτερους, τους Απροσκυνημένους
και τώρα πούθε θα κρυφτείς, που θάβρεις μετερίζι;
– Εγώ σας τόπα μια βολά, σας τόπα τρεις και πέντε,
Λαγκάρντ εγώ δε σκιάζουμαι, Σόιμπλε δε φοβούμαι.
Αφέντη μ’ έχω το λαό, βεζύρη την Πατρίδα
Τα βόλια τσ΄άλλης Κυριακής στέλνω να προσκυνήσουν
να προσκυνήσουνε τον Σούλτς τον Γιούνγκερ να φιλήσουν.
Κι αν τύχει και με ρίξουνε, στο νου μου δεν το βάνω
Και συ Ελλάς μη λυπηθείς, μην έχεις βαρυγκώμια.
Εμένα κι αν με ρίξουνε στάθηκα παλικάρι.
Τα παλικάρια δεν τα κλαιν, δεν τα μοιριολογάνε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου