Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Φώτης Κόντογλου – Παραμονὴ Χριστούγεννα


Φώτης Κόντογλου – Παραμονὴ Χριστούγεννα

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Δεκεμβρίου 23, 2011
Από τον Misha
Kαλά Χριστούγεννα  στην Ολυμπία και σε όλους τους συνδαιτημόνες του olympia.gr
(το κείμενο είναι του δασκάλου του Γένους μας,  κυρ Φώτη Κόντογλου από το Αϊβαλί της Μικρασίας,  και ο πίνακας της ρωσίδας ναϊφ εικαστικού Έλενας Τσερκάσοβα)
Κρύο τάντανο ἔκανε, παραμονὴ Χριστούγεννα. Ὁ ἀγέρας σὰ νά ῾τανε κρύα φωτιὰ κι ἔκαιγε. Μὰ ὁ κόσμος ἤτανε χαρούμενος, γεμάτος κέφι. Εἶχε βραδιάσει κι ἀνάψανε τὰ φανάρια μὲ τὸ πετρόλαδο. Τὰ μαγαζιὰ στὸ τσαρσὶ φεγγοβολούσανε, γεμάτα ἀπ᾿ ὅλα τὰ καλά. Ὁ κόσμος μπαινόβγαινε καὶ ψώνιζε· ἀπὸ τό ῾να τὸ μαγαζὶ ἔβγαινε, στ᾿ ἄλλο ἔμπαινε. Κι ὅλοι χαιρετιόντανε καὶ κουβεντιάζανε μὲ γέλια, μὲ χαρές.
Οἱ μεγάλοι καφενέδες ἤτανε γεμάτοι καπνὸ ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ φουμάριζε. Ὁ καφενὲς τ᾿ Ἀσημένιου εἶχε μεγάλη φασαρία, χαρούμενη φασαρία. Εἶχε μέσα δύο σόμπες, καὶ τὰ τζάμια ἤτανε θαμπά, ἀπ᾿ ὄξω ἔβλεπες σὰν ἤσκιους τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ μουστερῆδες εἴχανε βγαλμένες τὶς γοῦνες ἀπὸ τὴ ζέστη, κόσμος καλός, καλοπερασμένοι νοικοκυραῖοι.
Κάθε τόσο ἄνοιγε ἡ πόρτα καὶ μπαίνανε τὰ παιδιὰ ποὺ λέγανε τὰ κάλαντα. Ἄλλα μπαίνανε, ἄλλα βγαίνανε. Καὶ δὲν τὰ λέγανε μισὰ καὶ μισοκούτελα, μὰ τὰ λέγανε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἴσαμε τὸ τέλος, μὲ φωνὲς ψαλτάδικες, ὄχι σὰν καὶ τώρα, ποὺ λένε μοναχὰ πέντε λόγια μπρούμυτα κι ἀνάσκελα, καὶ κεῖνα παράφωνα.
Ἀντίκρυ στὸν μεγάλον καφενὲ τ᾿ Ἀσημένιου ἤτανε κάτι φτωχομάγαζα, τσαρουχάδικα, ψαθάδικα καὶ τέτοια. Ἴσια-ἴσια ἀντίκρυ στὴ μεγάλη πόρτα τοῦ καφενὲ ἤτανε ἕνα μικρὸ καφενεδάκι, τὸ πιὸ φτωχικὸ σ᾿ ὅλη τὴν πολιτεία, μία ποντικότρυπα.
Ἐνῷ ὁ μεγάλος ὁ καφενὲς φεγγολογοῦσε καὶ τὰ τζάμια ἤτανε θολὰ ἀπὸ τὴ ζέστη, ἡ ποντικότρυπα ἤτανε σκοτεινή, γιατὶ ἡ λάμπα, μία λάμπα τσιμπλιασμένη, μία ἄναβε, μία ἔσβηνε, ὅπως ἔμπαινε ὁ χιονιᾶς ἀπὸ τὰ σπασμένα τζάμια τῆς πόρτας. Ἡ φιτιλήθρα ἤτανε στραβοβιδωμένη καὶ τσαλαπατημένη σὰν τὸ μοῦτρο τοῦ καφετζῆ, τοῦ μπαρμπα-Γιαννακοῦ τοῦ Χατζῆ, τὸ φιτίλι στραβοκομμένο, τὸ γυαλὶ σπασμένο ἀπὸ τό ῾να μάγουλο καὶ στὴν τρύπα εἴχανε κολλημένο ἕνα κομμάτι ταραμαδόχαρτο. Βάλε μὲ νοῦ σου τί φῶς ἔδινε μία τέτοια λάμπα! Κάτω τὰ σανίδια ἤτανε σάπια καὶ τρίζανε. Στὸν τοῖχο ἤτανε κρεμασμένα δύο-τρία παμπάλαια κάντρα, καπνισμένα σὰν ἀρχαῖα εἰκονίσματα: τό ῾να παρίστανε τὸν Μέγα Πέτρο μέσα σὲ μία βάρκα ποὺ τὴν ἔδερνε ἡ φουρτούνα, τ᾿ ἄλλο τὸν μάντη Τειρεσία ποὺ μιλοῦσε μὲ τὸν Ἀγαμέμνονα, τ᾿ ἄλλο τὸν Παναγῆ τὸν Κουταλιανὸ ποὺ πάλευε μὲ τὴν τίγρη.
Ἡ πελατεία ἤτανε συνέχεια μὲ τὸ καφενεῖο. Ὅλοι-ὅλοι ἤτανε πέντ᾿ – ἕξι γέροι σκεβρωμένοι, σαράβαλα, μὲ κάτι τρύπιες γοῦνες ποὺ δὲν τὶς ἔπιανε ἀγκίστρι. Δύο-τρεῖς ἤτανε γιαλικάρηδες, δηλαδὴ εἴχανε καμιὰ σάπια βάρκα καὶ βγάζανε θαλασσινὰ γιὰ μεζέδες, ποὺ τὰ λέγανε γιαλικά, γιατὶ βρίσκουνται στὸ γιαλό, δηλαδὴ στὰ ρηχὰ νερά. Οἱ ἄλλοι ἤτανε φρουκαλάδες, δηλαδὴ κάνανε φρουκαλιές. «Ἤτανε καὶ κανένας νεροκουβαλητὴς καὶ κανένας καρβουνιάρης. Νά, αὐτὴ ἤτανε ἡ πελατεία.
Ὁ βοριᾶς ἔμπαινε μέσα μὲ τὴν τρούμπα, καὶ στριφογύριζε τὴ λάμπα ποὺ κρεμότανε ἀπὸ τὸ μαυρισμένο ταβάνι, κι ἀναβόσβηνε. Ἀπὸ τὸ κρύο τρέμανε οἱ γέροι καὶ χουχουλίζανε τὰ χέρια τους, τὰ βάζανε κι ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὸ τσιγάρο, τάχα γιὰ νὰ ζεσταθοῦνε.
Ὁ φουκαρὰς ὁ καφετζής, γιὰ νὰ μὴν παγώσει, ἔκανε σουλάτσο, πηγαινοερχότανε ἀπὸ τὸ τεζάκι ἴσαμε τὴν πόρτα, μὲ τὴν παλιογούνα ριχμένη ἀπὸ πάνω του καί, γιὰ νὰ δώσει κουράγιο στὴν πελατεία, ἐκεῖ ποὺ σουλατσάριζε, τὸν ἐπίανε τὸ σύγκρυο καὶ χτυπούσανε τὰ κατωσάγονά του, κι ἕσφιγγε ἀπάνω του τὴν παλιοπατατούκα του κι ἔλεγε:
— Ἐεεέχ! Μωρὲ ζεστὸ ποὺ εἶναι τὸ καφενεδάκι μας!…
Ὕστερα γύριζε κι ἔδειχνε τὸν μεγάλον καφενέ, ποὺ καπνίζανε κάργα οἱ σόμπες, κι ἔλεγε:
— Ἀντίκρυ, σκυλὶ ψοφᾶ ἀπὸ τὸ κρύο…, σκυλὶ ψοφᾶ!
Ὁ καημένος ὁ μπαρμπα-Χατζῆς!
Ἀπ᾿ ὄξω περνοῦσε κόσμος βιαστικός, μὲ γέλια καὶ μὲ χαρές. Ἀπὸ ῾δῶ κι ἀπὸ ῾κεῖ ἀκουγόντανε τὰ παιδιὰ ποὺ λέγανε τὰ κάλαντα στὰ μαγαζιά.
Ἡ ὥρα περνοῦσε κι ἀνάριευε σιγὰ-σιγὰ ὁ κόσμος. Τὰ μαγαζιὰ σφαλοῦσαν ἕνα-ἕνα. Μοναχὰ μέσα στὰ μπαρμπεριὰ ξουριζόντανε ἀκόμα κάτι λίγοι.
Στὸ τσαρσὶ λιγόστευε ἡ φασαρία, μὰ στοὺς μαχαλάδες γυρίζανε τὰ παιδιὰ μὲ τὰ φανάρια καὶ λέγανε τὰ κάλαντα στὰ σπίτια. Οἱ πόρτες ἤτανε ἀνοιχτές, οἱ νοικοκυραῖοι, οἱ νοικοκυρᾶδες καὶ τὰ παιδιά τους, ὅλοι ἤτανε χαρούμενοι, κι ὑποδεχόντανε τοὺς ψαλτάδες, καὶ κεῖνοι ἀρχίζανε καλόφωνοι σὰν χοτζᾶδες:
Καλὴν ἑσπέραν, Ἄρχοντες, ἂν εἶναι ὁρισμός σας,
Χριστοῦ τὴν θείαν γέννησιν νὰ πῶ στ᾿ ἀρχοντικό σας.
Χριστὸς γεννᾶται σήμερον ἐν Βηθλεὲμ τῇ πόλει,
οἱ οὐρανοὶ ἀγάλλονται, χαίρει ἡ κτίσις ὅλη…
Κι ἀφοῦ ξιστορούσανε ὅσα λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν Ἰωσήφ, τοὺς ἀγγέλους, τοὺς τσομπάνηδες, τοὺς μάγους, τὸν Ἡρώδη, τὸ σφάξιμο τῶν νηπίων καὶ τὴν Ῥαχὴλ ποὺ ἔκλαιγε τὰ τέκνα της, ὕστερα τελειώνανε μὲ τοῦτα τὰ λόγια:
Ἰδοὺ ὁποὺ σᾶς εἴπαμεν ὅλην τὴν ἱστορίαν,
τοῦ Ἰησοῦ μας τοῦ Χριστοῦ γέννησιν τὴν ἁγίαν.
Καὶ σᾶς καλονυκτίζομεν, πέσετε κοιμηθεῖτε,
ὀλίγον ὕπνον πάρετε καὶ πάλιν σηκωθεῖτε.
Καὶ βάλετε τὰ ροῦχα σας, εὔμορφα ἐνδυθεῖτε,
στὴν ἐκκλησίαν τρέξατε, μὲ προθυμίαν μπεῖτε.
Ν᾿ ἀκούσετε μὲ προσοχὴν ὅλην τὴν ὑμνωδίαν
καὶ μὲ πολλὴν εὐλάβειαν τὴν θείαν λειτουργίαν.
Καὶ πάλιν σὰν γυρίσετε εἰς τὸ ἀρχοντικόν σας,
εὐθὺς τραπέζι στρώσετε, βάλτε τὸ φαγητόν σας.
Καὶ τὸν σταυρόν σας κάμετε, γευθεῖτε, εὐφρανθεῖτε,
δότε καὶ κανενὸς πτωχοῦ, ὅστις νὰ ὑστερεῖται.
Δότε κι ἐμᾶς τὸν κόπον μας, ὅ,τ᾿ εἶναι ὁρισμός σας,
καὶ ὁ Χριστός μας πάντοτε νὰ εἶναι βοηθός σας.
Καὶ εἰς ἔτη πολλά.
Νπαίνανε στὸ σπίτι μὲ χαρά, βγαίνανε μὲ πιὸ μεγάλη χαρά. Παίρνανε ἀρχοντικὰ φιλοδωρήματα ἀπὸ τὸν κουβαρντᾶ τὸν νοικοκύρη, κι ἀπὸ τὴ νοικοκυρὰ λογιῶ-λογιῶν γλυκά, ποὺ δὲν τὰ τρώγανε, γιατὶ ἀκόμα δὲν εἶχε γίνει ἡ Λειτουργία, ἀλλὰ τὰ μαζεύανε μέσα σὲ μία καλαθιέρα.
Ἀβραμιαῖα πράγματα! Τώρα στεγνώσανε οἱ ἄνθρωποι καὶ γινήκανε σὰν ξερίχια ἀπὸ τὸν πολιτισμό! Πᾶνε τὰ καλὰ χρόνια!
Ὅλα γινόντανε ὅπως τά ῾λεγε τὸ τραγούδι: Πέφτανε στὰ ζεστά τους καὶ παίρνανε ἕναν ὕπνο, ὥσπου ἀρχίζανε καὶ χτυπούσανε οἱ καμπάνες ἀπὸ τὶς δώδεκα ἐκκλησιὲς τῆς χώρας. Τί γλυκόφωνες καμπάνες! Ὄχι σὰν τὶς κρύες τὶς εὐρωπαϊκές, ποὺ θαρρεῖς πὼς εἶναι ντενεκεδένιες! Στολιζόντανε ὅλοι, βάζανε τὰ καλά τους, καὶ πηγαίνανε στὴν ἐκκλησιά.
Σὰν τελείωνε ἡ Λειτουργία, γυρίζανε στὰ σπίτια τους. Οἱ δρόμοι ἀντιλαλούσανε ἀπὸ χαρούμενες φωνές. Οἱ πόρτες τῶν σπιτιῶν ἤτανε ἀνοιχτὲς καὶ φεγγοβολούσανε. Τὰ τραπέζια περιμένανε στρωμένα μ᾿ ἄσπρα τραπεζομάντηλα, κι εἴχανε πάνω ὅτι βάλει ὁ νοῦς σου. Φτωχοὶ καὶ πλούσιοι τρώγανε πλουσιοπάροχα, γιατί οἱ ἀρχόντοι στέλνανε ἀπ᾿ ὅλα στοὺς φτωχούς. Κι ἀντὶς νὰ τραγουδήσουνε στὰ τραπέζια, ψέλνανε τὸ Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε, Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει, Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον. Ἀφοῦ εὐφραινόντανε ἀπ᾿ ὅλα, πλαγιάζανε «ξέγνοιαστοι, σὰν τ᾿ ἀρνιὰ ποὺ κοιμόντανε κοντὰ στὸ παχνί, τότες ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας.
Τώρα ἂς πᾶμε τὴν ἴδια βραδιὰ στὴν ἀντικρινὴ στεριά, ποὺ τρεμοσβήνουνε ἕνα-δύο μικρὰ φωτάκια, πέρα ἀπὸ τὸ πέλαγο ποὺ βογγᾶ ἀπὸ τὸν ἄγριο τὸν χιονιᾶ.
Εἶναι ἕνα μαντρὶ πίσω ἀπὸ μία ραχούλα κοντὰ στὴ θάλασσα, φυτρωμένη ἀπὸ πουρνάρια. Αὐτὸ τὸ μαντρὶ εἶναι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου. Τὰ πρόβατα εἶναι σταλιασμένα κάτω ἀπὸ τὴ σαγιὰ καὶ ἀκούγουνται τὰ κουδούνια, τὶν-τίν, ὅπως ἀναχαράζουνε. Ἐπειδὴ γεννᾶνε, οἱ τσομπαναραῖοι παρὰ-φυλάγουνε καί, μόλις γεννηθεῖ κανένα ἀρνί, τ᾿ ἁρπᾶνε καὶ τὸ μπάζουνε στὸ καλύβι καὶ τὸ ζεσταίνουνε στὴ φωτιὰ νὰ μὴν παγώσει. Ἀπ᾿ ὄξω φωνάζουνε οἱ μαννάδες. Ἡ φωτιὰ ξελοχίζει καὶ τὸ καλύβι εἶναι σὰν χαμάμι.
Ἐκεῖ-μέσα βρίσκουνται ἓξ᾿-ἑφτὰ νοματέοι, καθισμένοι γύρω ἀπὸ τὸν σοφρᾶ. Πρῶτος εἶναι ὁ ἀρχιτσέλιγκας Γιάννης ὁ Βλογημένος, πού, ἅμα τὸν δεις, θαρρεῖς πῶς βρίσκεσαι ἀληθινὰ στὸ μαντρὶ ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Εἶναι ἀρχαῖος ἄνθρωπος, ἀθῶος, μὲ γένια μαῦρα, σὰν ἅγιος. Τὰ ροῦχα ποὺ φορᾶ εἶναι βρακιὰ ἀνατολίτικα, στὰ ποδάρια του ἔχει τυλιγμένα πετσιὰ δεμένα μὲ λαγάρες, στὸ σελάχι του ἔχει ἤσκα καὶ τσακμάκι. Κι οἱ ἄλλοι τσομπάνηδες εἶναι σὰν τὸν Γιάννη, μονάχα ποὺ ὁ Γιάννης κάθεται μὲ τὸ πουκάμισο, ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ἐπειδὴ βγαίνουνε ὄξω γιὰ νὰ κοιτάζουνε τὰ νιογέννητα, φορᾶνε προβιὲς προβατίσιες μὲ τὸ μαλλὶ γυρισμένο ἀπὸ μέσα.
Αὐτοὶ ποὺ κάθουνται στὸν σοφρᾶ εἶναι μουσαφιραῖοι. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Παναγῆς ὁ Στριγκάρος, κοντραμπατζῆς ξακουσμένος γιὰ τὴν παλικαριά του. Εἶχε πάγει γιὰ κυνήγι καὶ νυχτώθηκε στὸ μαντρί. Μὲ τὸν Γιάννη γνωριζόντανε ἀπὸ χρόνια, κι εἶχε κοιμηθεῖ πολλὲς φορὲς στὴ στάνη. Οἱ ἄλλοι τρεῖς ἤτανε καρβουνιάρηδες, ποὺ κάνανε κάρβουνα ἐκεῖ-κοντά. Οἱ ἄλλοι δύο ἤτανε ψαρᾶδες, ὁ γερο-Ψύλλος μὲ τὸ γιό του τὸν Κωσταντῆ.
Καθόντανε λοιπὸν γύρω στὸ σοφρᾶ καὶ τρώγανε. Ἀπάνω στὸ τραπέζι ἤτανε κρέατα, μυτζῆθρες ἀνάλατες, μανούρια, ἁγίζια, ψάρια, μπεκάτσες ψητές, τσίχλες, κι ἄλλα πουλιὰ τοῦ κυνηγιοῦ.
Ὁ ἕνας ὁ καρβουνιάρης ἤτανε ἀπὸ τὰ μπουγάζια τῆς Πόλης, ἀπὸ τὴ Μάδυτο, κι ἤξερε κι ἔψελνε καλά, εἶχε καὶ φωνὴ γλυκιὰ καὶ βαριά, τζουράδικη. Ἔψαλε τὸ Μεγάλυνον, ψυχή μου, μὲ τέτοιο μεράκι, ποὺ κλάψανε οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν ἀκούγανε, κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Τὸ καλύβι γίνηκε σὰν ἐκκλησιά, ἔλεγες πὼς ἐκεῖ μέσα γεννήθηκε ὁ Χριστός.
Ἀπ᾿ ἔξω ὁ χιονιᾶς μούγκριζε καὶ τσάκιζε τὰ ρουπάκια. Ὁ γερο-Στριγκάρος καθότανε στὰ σκοτεινὰ συλλογισμένος καὶ μασοῦσε τὸ μουστάκι του. Φοροῦσε μία κατσούλα ἀπὸ ἀστραχάν, μ᾿ ὅλο ποὺ ἔκανε ζέστη, κι εἶχε χωμένη τὴν ἀπαλάμη τοῦ κάθε χεριοῦ του μέσα στ᾿ ἀνοιχτὸ μανίκι τ᾿ ἀλλουνοῦ χεριοῦ.
Γιὰ μία στιγμὴ σωπάσανε νὰ κουβεντιάζουνε. Ὁ Στριγκάρος, σκυφτός, κοίταζε τὸ χῶμα. Κούνησε κάμποσο τὸ κεφάλι του, κι ἄνοιξε τὸ στόμα του κι εἶπε:
Βρὲ παιδιά, καλὰ ἐσεῖς, γιορτάζετε τὴ χάρη Του, εἴσαστε καλοὶ ἄνθρωποι. Ἂμ ἐγώ, τί ψυχὴ θὰ παραδώσω, ποὺ σκότωσα καμιὰ κοσαριὰ ἀνθρώπους; Ἀκόμα καὶ γυναῖκες ξεκοίλιασα, καὶ μωρὰ πράματα χάλασα!
Κανένας δὲ μίλησε. Ὕστερ᾿ ἀπὸ ὥρα, σὰν νά ῾τανε μοναχός, ξανακούνησε τὸ κεφάλι του κι ἀναστέναξε κι εἶπε:
«Ἄραγες ὑπάρχει Κόλαση καὶ Παράδεισο;…
Καὶ δάγκασε τὸ μουστάκι του. Ξανακούνησε τὸ κεφάλι του κι εἶπε μέσα στὸ στόμα του, σὰ νὰ μιλοῦσε μὲ τὸν ἑαυτό του:
Δὲν μπορεῖ! Κάτιτις θὰ ὑπάρχει…
Καὶ δὲν ξαναμίλησε.

«Τα Χριστούγεννα των ποιητών»

Message body



Posted: 23 Dec 2011 03:07 AM PST


Τα Χριστούγεννα «έρχονται» για ακόμη μια φορά.Για κάποιους εορταστική επέτειος, ίσως, μιας «Γέννησης» και ενός «Θανάτου»º για άλλους, ίσως, απλά ένα σημάδι στον απρόσωπο χρόνο και μια ευκαιρία συνάμα να ξαποστάσουν. 

Πάντως όποια και να είναι η προσωπική, εσώτερη, πρόσληψη αυτής της εορτής, και όσο ασήμαντες ειναι οι συμβατικές ημερομηνίες και οι χρονολογίες, είναι πάντα ευκαιρία να διαγνώσει κανείς μια σύγκρουση που πιθανώς οξύνεται, αυτή μεταξύ εννοιών όπως του ατόμου και του προσώπου, της εσωστρεφούς κατανάλωσης και του δια-λόγουº και μιας και αυτή η ανάρτηση αφορά «τα Χριστούγεννα των ποιητών», ας αφουγκραστούμε μονάχα τον σιωπηλό διάλογό τους με τα απτά και μη νοήματα των ημερών, καθώς αυτοί, όπως και αναφέρει ο Δ. Κοσμόπουλος στο άρθρο που ακολουθεί, «καθαρίζουν την όραση από τις τρέχουσες επιχωματώσεις και μας κάνουν αισθητό το αίτημα για πραγματικότητα βίου εορταστική και πένθιμη συνάμα».

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Σαν θάνατος γενήθης μέσα μου....



Σαν θάνατος γενήθης μέσα μου....

Σαν θάνατος γενήθης μέσα μου
επάξια του Ερέβους και της Νύχτας κόρη,
ακόμη και αν οι Μούσες σε θηλάσανε,
η Μνήμη, η Μελέτη κι Αοιδή.

Σαν θάνατος γενήθης μέσα μου
εσύ που τ’αδερφού σου δεν εγνώρισες ποτέ την όψη,
παρότι τόσες φορές το άγγιγμά σου με θανάτωσε
και οι λέξεις από τις φλέβες μου κυλάγανε πικρές.

Γιατί ήσουν θάνατος, θαρρώ, εσύ, που μ’ελευθέρωσες
απ’ του σώματος τα λόγια, τα μπρούτζινα, δεσμά
και την ψυχήν μόνο ελέους χάριν αυτήν δεν έθραυσες
...για κάποια τάλαντα που βρήκα δανεικά.

Και είναι πόνος, εσώτερος, μεγάλος
εσέ, που μ’αυτές τις λέξεις πάω να ορίσω,
δεν μπορώ να δω!
(κ’ας μου ‘πες κάποτε πως οι λέξεις μονάχα αφαιρούν...)

...γιατί Εσύ κάθε φορά μ’ ανέστησες,
εσύ, που εσένα άλλοι Ποίηση καλούν,
καθέ φορά που στα χέρια τα δικά σου θανατώθηκα
σάρκα θυσία δίνοντας ζεστή απ’ την ζωή μου.

α.α. 


Link to Ἀναγράφω...



Posted: 17 Dec 2011 08:13 AM PST
«Άτιτλο» - Clifford Still

Ανέκδοτα με στυλ. Όχι σαν την κυβερνητική οπερέτα.

Ανέκδοτα με στυλ. Όχι σαν την κυβερνητική οπερέτα.

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Δεκεμβρίου 19, 2011
Γάλλος, Ιταλός Και ΈλληναςΈνας Γάλλος, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας είναι σε μια υπερατλαντική πτήση.
Μετά απο μερικά κοκτέιλ, οι άντρες άρχισαν να συζητούν για προσωπικά
θέματα.
“Χτες το βράδυ έκανα έρωτα στη γυναίκα μου τέσσερις φορές”, είπε ο Γάλλος,
“και το πρωί μου έκανε υπέροχες κρέπες και μου είπε πόσο πολύ με λατρεύει”.
“Χα, εγώ χτες το βράδυ έκανα έρωτα στη γυναίκα μου έξι φορές”,
απαντά ο Ιταλός, “και το πρωί αφού μου έκανε μια υπέροχη ομελέτα, μου είπε 
ότι ποτέ δεν θα μπορέσει να αγαπήσει άλλον άντρα στη ζωή της”.
Ο Έλληνας είχε μείνει σιωπηλός και έτσι, ο Γάλλος γύρισε με ύφος και τον
ρώτησε: “Και εσύ, πόσες φορές έκανες έρωτα στη γυναίκα σου χτες το βράδυ;”
“Μία”, του απαντά ο Έλληνας
“Χα, μόνο μία;” του λέει ειρωνικά ο Ιταλός.
“… Και τι σου είπε σήμερα το πρωί;”
“Μη σταματάς” !!!!!!!!!!

Οι Κάρτες
Ήτανε που λέτε δύο φίλοι που βρίσκονται μετά από πολλά χρόνια στο δρόμο…
Μετά από τις κλασικές χαιρετούρες κανονίζουν να πάνε να πιούνε ένα κρασάκι
στο σπίτι του ενός. Πάνε που λέτε στο σπίτι του, μπαίνουν μέσα. Το
σκηνικό κόλαση! Ο σκύλος να έχει χαλάσει τον κόσμο όλο, τα παιδιά να φωνάζουν
κλπ κλπ. Λέει λοιπόν στη γυναίκα του ο τύπος να τους ετοιμάσει ένα κρασάκι
με τα παρελκόμενα. Η απάντηση του στυλ “Τι λες ρε αχαΐρευτε! Εξαφανίζεσαι
από το πρωί και αφήνεις εμένα στο σπίτι να τα κάνω όλα! Τριγυρνάς με τους
φίλους σου από εδώ και από εκεί! Δεν μου δίνεις σημασία! Σάλτα κάνε μόνος
σου ότι θέλεις!” Τι να κάνει ο κακομοίρης, πάει στη κουζίνα, ετοιμάζει δύο
μεζέδες, και τα πίνουν. Συζητώντας λέει στον φίλο του τον πόνο του, ο οποίος
του λέει να πάνε σπίτι του την άλλη μέρα, και θα του βρει τη λύση!
Έρχεται η επόμενη μέρα, βρίσκονται πάλι κάπου, ξεκινάνε για το σπίτι του
άλλου. Με το που μπαίνουν μέσα, πετάγεται ο πιτσιρικάς, “μπαμπά!! Να σου
φέρω τις παντούφλες σου!”. Η πεθερά του “γιόκα μου! να σου φέρω ζεστό νερό
να σου πλύνω τα πόδια!”. Η γυναίκα του “καλώς την κολόνα του σπιτιού μου! Τι
όρεξη έχεις να φας σήμερα?” Τέλος πάντων, τους ετοιμάζει ένα βαρβάτο τραπέζι
με μεζέδες, και κάθονται να τα πούνε… Έκπληκτος ο φίλος του του λέει “Ρε
συ!!! τρομερός!!! Πώς τα καταφέρνεις?” Του λέει λοιπόν ο δεύτερος
“Κοίταξε… Την δεύτερη μέρα που παντρεύτηκα, μπαίνω μέσα, τι να δω. Ο
σκύλος πάνω στην πολυθρόνα μου. Του δείχνω λοιπόν μία κίτρινη κάρτα. Την
επόμενη
μέρα, βλέπω τον σκύλο να έχει φάει στις παντόφλες μου! Του δείχνω λοιπόν
άλλη μία κίτρινη κάρτα… Μετά από μία εβδομάδα βλέπω τον σκύλο να έχει
κάνει όλο λάσπες τον διάδρομο. Του δείχνω μία κόκκινη κάρτα, βγάζω ένα
περίστροφο, και του την ρίχνω. Τέζα ο σκύλος!” “Καλά ρε! άλλο σε ρώτησα και
άλλο μου είπες! Τι σχέση έχει ο σκύλος με όλο αυτό το μεγαλείο?” “Εμ! Εκεί
είναι το θέμα! Τους βλέπεις αυτούς όλους? Έχουν από δύο κίτρινες ο καθένας!”
Οι Τρεις Επιθυμίες…

Μπαίνει ένας τύπος σε ένα μπαρ και έχει στον ώμο του έναν γύπα !
Λέει στον μπάρμαν
-Μια βότκα δικιά μου, μια τεκίλα για το γύπα, ένα δικό σου και κέρασε όλο το μαγαζί! Σε 10 λεπτά του την έχουν πέσει οι τρεις καλύτερες μουν***ς !
Αφήνει 200 ευρώ ,παίρνει τις γκόμενες και φεύγει…
Το άλλο βράδυ πάλι το ίδιο σκηνικό. Ο τύπος με το γύπα στον ώμο κερνάει όλο το μαγαζί, του την πέφτουν οι καλύτερες γκόμενες, τις παίρνει και φεύγοντας
Αφήνει και 100 ευρώ πουρμπουάρ…
Μετά από μια βδομάδα κι αφού γινόταν κάθε βράδυ το ίδιο σκηνικό, ο μπάρμαν τον ρωτάει
-Συγνώμη κύριε μου αλλά με έχει φάει η περιέργεια. Κάθε βράδυ έρχεστε ,σκορπάτε τόσα χρήματα, σας την πέφτουν οι καλύτερες μ****** και έχετε και αυτόν τον γύπα στον ώμο…
-Κοίταξε Τάκη, του λέει ο τύπος
Πριν από λίγο καιρό εκεί που περπατούσα βρήκα στο δρόμο ένα λυχνάρι.
Μόλις το έτριψα βγήκε ένα τζίνι και μου είπε ότι θα μου πραγματοποιήσει τρεις επιθυμίες.
To πρώτο που του ζήτησα ήταν να μην αδειάζουν ποτέ οι τσέπες μου από λεφτά…
Το δεύτερο ήταν να μου την πέφτουν πάντα οι ωραιότερες γυναίκες…
-Και το τρίτο ; τον ρωτάει ο μπάρμαν
-Το τρίτο που του ζήτησα ήταν να μου δώσει ένα μεγάλο πουλί…
ΚΑΙ ΜΟΥ ΔΩΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΜΑΛΑΚΑ !!!

Η Πρόβα

Είναι ένας ντράμερ στον τρίτο όροφο μιας πολυκατοικίας και κατά τις 3 το πρωί αρχίζει να παίζει ντραμς. Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ.
Ο από κάτω του, νευρικός όπως ήταν, γύρω στα 50 ανεβαίνει νευριασμένος, χτυπάει την πόρτα με μανία και πριν προλάβει να τον βρίσει του λέει ο ντράμερ: “φίλε συγγνώμη, το καταλαβαίνω ότι είναι αργά αλλά πρέπει να κάνω την τελευταία μου πρόβα γιατί αύριο έχω συναυλία και θα ξεφτιλιστώ στο κοινό”
Τι να κάνει και ο άνθρωπος, σου λέει μια νύχτα είναι, θα περάσει.
Το άλλο βράδυ, την ίδια ώρα πάλι αρχίζει πάλι ό ντράμερ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ.
ανεβαίνει νευριασμένος πάλι ο από κάτω του και του λέει τι θα γίνει ρε φίλε σήμερα δεν ήταν η συναυλία;
- Δε βλέπεις καιρός; όλο βροχή, αναβλήθηκε για αύριο η συναυλία. Συγγνώμη, το καταλαβαίνω ότι είναι αργά, αλλά πρέπει να κάνω την τελευταία μου πρόβα, θα τα έχω ξεχάσει μέχρι αύριο.
Τι να κάνει και πάλι ο άνθρωπος, σου λέει άλλη μια νύχτα είναι, θα περάσει.
Το επόμενο βράδυ όμως κατά τις 3 πάλι τα ίδια. Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ.
Πάει 4 Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ.
Πάει 5 Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ Ντουμπ. Ο από κάτω πουθενά όμως. Σκέφτεται ο ντράμερ, ρε λες να έπαθε κανένα καρδιακό επεισόδιο και να τα τίναξε αυτός να το έχω και βάρος στη συνείδησή μου; να πάω να ρίξω μια ματιά. Πάει κάτω, βρίσκει την πόρτα ανοιχτή. Μπαίνει μέσα, προχωράει και τον βρίσκει στο μπάνιο να την έχει βγάλει έξω και να την παίζει. Του κάνει:
-Μα καλά, καύλες έχεις ξημερώματα; και του απαντάει:
-Ασε με ρε φίλε, κάνω την τελευταία μου πρόβα γιατί αύριο θα σε γαμήσω!

Γιατί Απέλυσα Τη Γραμματέα Μου!Πριν από δύο εβδομάδες ήταν τα 45α γενέθλια μου και δεν αισθανόμουν ιδιαίτερα καλά γι αυτό. Κατέβηκα να πάρω το πρωινό μου ξέροντας
ότι η γυναίκα μου θα μου έφτιαχνε το κέφι με τις ευχές της και ίσως και με κάποιο δώρο.
Όχι μόνο δεν μου ευχήθηκε, δεν είπε ούτε “καλημέρα”! “Καλά να πάθεις, που θελες και παντρειές”, σκέφτηκα. Παρηγορήθηκα όμως γιατί φανταζόμουνα ότι τα παιδιά θα το θυμόντουσαν. Τα παιδιά όμως κατέβηκαν για πρωινό και δεν είπαν λέξη.
Όταν έφτασα στο γραφείο, ήμουν τελείως πεσμένος και απογοητευμένος.
Καθώς έμπαινα, η γραμματέας μου η Τζάνετ μου είπε, “Καλημέρα κύριε διευθυντά, Ευτυχισμένα Γενέθλια.” Αισθάνθηκα καλύτερα, κάποιος τουλάχιστον με θυμήθηκε. Δούλεψα μέχρι το μεσημέρι. Κάποια στιγμή, η Τζάνετ μου χτύπησε την πόρτα και είπε, “Ξέρετε, Έξω έχει υπέροχο καιρό και μια και είναι τα γενέθλια σας, τι θα λέγατε να πηγαίναμε για γεύμα οι δυο μας;”
“Αυτό είναι η καλύτερη ιδέα που άκουσα σήμερα. Πάμε”. Πήγαμε για φαγητό. Δεν πήγαμε εκεί που τρώγαμε συνήθως αλλά σε ένα μικρό απομονωμένο μέρος στην εξοχή. Πήραμε δύο μαρτίνι και απολαύσαμε φοβερά το γεύμα μας. Κατά την επιστροφή μου είπε, “Μια τόσο όμορφη μέρα δεν χρειάζεται να επιστρέψουμε στο γραφείο, έτσι;”
“Υποθέτω πως όχι” απάντησα εγώ. “Πάμε στο διαμέρισμά μου”, μου είπε εκείνη. Φτάνοντας στο διαμέρισμα μου είπε, “Κύριε διευθυντά, αν δεν σας πειράζει, θα πάω στο υπνοδωμάτιο να βάλω κάτι πιο άνετο.”
“Βεβαίως”, απάντησα ενθουσιασμένος.
Πήγε στο δωμάτιο και, μετά από κανένα πεντάλεπτο, βγήκε κρατώντας μια τούρτα γενεθλίων, ακολουθούμενη από τη γυναίκα μου, τα παιδιά, και ντουζίνες ολόκληρες από οικογενειακούς φίλους. Όλοι τραγουδούσαν το τραγουδάκι των γενεθλίων… και εγώ καθόμουν εκεί, στον καναπέ… θεόγυμνος.
*****Προσέξτε μην σας συμβεί…..

 

  1. Kimwn είπε

  2. Απο τα ερείπια ενός κτιρίου, μετά
    από μεγάλο σεισμό…. ένα Κινέζος
    βουδιστής, ένας Τούρκος μουσουλμάνος
    και ένας Έλληνας χριστιανός….

    Τα συνεργεία πρώτα ανασύρουν τον
    βουδιστή αλλά με κομμένα τα πόδια του!
    -Δόξα στον Βούδα που είμαι ζωντανός
    έστω και χωρίς πόδια, μονολογεί ο
    βουδιστής…
    Μετά βγαίνει και ο Τούρκος αλλά χωρίς χέρια…
    -Δόξα στον Αλλάχ που ζω έστω και χωρίς
    χέρια, δοξάζει ο μουσουλμάνος…
    Βγαίνει μετά και ο Έλληνας χωρίς να
    έχει πάθει τίποτα.
    Αφού ξεσκονίζει λίγο τα ρούχα του λέει:
    -Το Χριστό μου, την Παναγία μου…
    ΠΑΡΑΛΙΓΟ να ΣΚΟΤΩΘΟΎΜΕ!!!

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Διασημα Γκραφιτι της Αθηνας

Διασημα Γκραφιτι της Αθηνας

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Δεκεμβρίου 15, 2011
Με τα μάτια του Πόρτα – Πόρτα

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Τα πιο πετυχημένα… των τελευταίων ημερών!

Τα πιο πετυχημένα… των τελευταίων ημερών!

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Δεκεμβρίου 14, 2011
To ποσοστό ανεργίας είναι μεγαλύτερο απ ‘ το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ. (agnwstoss)
‘ Greece is collapsing, Iranians are getting aggressive & Rome is in disarray. Welcome back to 430 BC ‘ (BBC)
Η Eλληνοφρένεια προτείνει τον Σεμπαστιάν Λέτο για πρωθυπουργό. Είναι ωραίο παιδί, αριστερός και το σημαντικότερο: Ηγετική φυσιογνωμία.
(Ellinofreneia)
Γιώργος Παπανδρέου, ο πρώτος υπάλληλος που μπαίνει στην εφεδρία. (Ellinofreneia)
Ένα λάθος κόμμα μπορεί να σου χαλάσει όλη τη σύνταξη, έλεγε η δασκάλα στο σχολείο.Τώρα κατάλαβα ότι δεν εννοούσε τα γραπτά. (Spanakio)
Αύριο Κυριακή οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα κυμανθουν σε υψηλά για την εποχή επίπεδα,152 με 153 ενώ ίσως φτάσουν 154 με κατά τόπους κωλοτούμπες. (kurosawa7)
Αν χρειάζεστε κάτι μου λέτε, ε; Είμαι διαθέσιμος κι ετοιμοπόλεμος. (kostakaramanlis)
Βλέποντας αυτούς που εξέλεξαν οι Έλληνες στη Βουλή, σκέφτομαι πως δεν πρέπει να μας διώξουν από την ευρωζώνη αλλά από τον πλανήτη.
(pitsirikos)
Άνοιξε το κλειστό επάγγελμα του πρωθυπουργού της χώρας. (eVaN_GiAn)
Αυτο το ρολοι που κληρονομησε ο ΓΑΠ από τον παππού του να παει να το φτιαξει γαμώτο. Μας έχει τσακίσει στα ραντεβου. (KostasVaxevanis)
Για να τελειώνουμε, κάντε οικουμενική κυβέρνηση με ένα Γερμανό,έναν Ιταλό,έναν Ισπανό κ έναν Πόντιο, έτσι κι αλλιώς ανέκδοτο έχουμε γίνει. (kurosawa7)
Και μετα λένε την eurovision πανηγυρακι…. (nikosm77)
Το να εχεις πρωθυπουργο τον Πετσαλνικο μετα απο τα ονοματα που ακουστηκαν ειναι σα να σου ταζουν Μεσι και να σου φερνουν Κουτσιανικουλη. (BillDrimousis)
Σαμαράς. Ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που απέδειξε ότι είναι ανίκανος να κυβερνήσει πριν κυβερνήσει. (La_cookaracha)

Φαντάσου τι γινόταν στο φοιτητικό δωμάτιο Παπανδρέου Σαμαρά όταν το ερώτημα ήταν pizza ή σουβλάκια…. 3 μέρες νηστικοί !!! (iliazos)
Ο Παπούλιας το πάει φιρί-φιρί να του ρίξουν χειροβομβίδα στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου. (pitsirikos)
Ο νέος πρωθυπουργός δεν θα ράψει κουστούμι για την ορκομωσία. Θα νοικιάσει πανοπλία. (pitsirikos)
Πρωθ
Ο Πάγκαλος αποκαταστάθηκε επαγγελματικά στην Άπω Ανατολή. Τον προσέλαβαν σε ναό να κάνει το Βούδα… (SatanikoKoutavi)
Κάποιος πρέπει να θυμίσει στους παρουσιαστές ότι η έκφραση «τα στελέχη της ΝΔ ήταν όλη νύχτα στη Συγγρού», μπορεί να παρεξηγηθεί. (neriano)
Εξαιρετική επιλογή ο κύριος Παπαδήμος. Ευγενής, μορφωμένος και τον σέβονται οι Ευρωπαίοι. Και, κυρίως, δεν τον ξέρουν οι πιο πολλοί Έλληνες. (XrysoMou)
Καποιος να τους πει να τελειωνουνε για να μαθουμε τι νομισμα θα βαλουμε φετος στην βασιλοπιτα! (tsofaki1)
Ο Γιώργος θα είναι ο μόνος πολιτικός που το όνομά του θα δοθεί, αντί για οδό, σε αδιέξοδο.. (Ag_Kouris)
@g_papandreou πλακα πλακα,ανεργος και συ σε λιγες ωρες.Να ξερεις,δεν παιζει δουλεια πουθενα.Ψαχνω τοσο καιρο και τιποτα. Ειμαι Αγανακτισμενος. (K_Karamanlis)
υπουργός μας ένα τραπεζίτης σε χρεωκοπημένη χώρα, σαν να βάζεις ένα διακινητή ναρκωτικών διευθυντή σε κέντρο απεξάρτησης. (@KostasVaxevanis)

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

When non-historians dabble in history!,

1.0 out of 5 stars When non-historians dabble in history!, 23 May 2009
By 
This review is from: Constantinople: The Last Great Siege, 1453 (Paperback)
This book forms part of the body of Occidentalism, so very popular with the politically correct naive non-historians, writing "history". It's nothing new, and such books always were put out by various authors, promoting their strange self-hatred still extant in western culture. It would perhaps have been more honest if Crowley had converted to Islam (maybe he did?) since this is not a scholarly work, but a pro-turkish work. Enjoy, if you admire jihad - if you don't, consult some of the scholarly works written by historians.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Ανέκδοτα, 13/12/2011

Losing Engines

Two blondes were flying to Miami from Cleveland. Fifteen minutes into the flight, the captain announced "One of the engines has failed and the flight will be an hour longer. But don't worry we have three engines left".

Thirty minutes later, the captain announced "One more engine has failed and the flight will be two hours longer. But don't worry we have two engines left".

An hour later the capain announced "One more engine has failed and the flight will be three hours longer. But don't worry we have one engine left".

One blonde looked at the other the other blonde and said "If we lose one more engine, we'll be up here all day"

Three Vampires in a Bar

Three vampires walk into a bar and sit down at a table. The waitress comes over and asks the first vampire what he would like. The first vampire responds, "I vould like some blood."

The waitress turns to the second vampire and asks what he would like. The vampire responds, "I vould like some blood."

The waitress turns to the third vampire and asks what he would like. The vampire responds, "I vould like some plasma."

The waitress looks up and says, "Let me see if I have this order correct. You want two bloods and a blood light?"

Top Ten Canadian Complaints Against Americans

1. Won't acknowledge enormous cultural contributions of Howie Mandel.

2. We're pretty sure they're holding Wayne Gretzky down there against his will.

3. Every time we mention the city "Regina," they won't stop giggling.

4. Incredibly, they only have one word for "snow"

5. In American encyclopedias, Canada is often called "North Dakota's gay neighbor"

6. They call it American cheese, even though it was invented by Canadian superstar Gordon Lightfoot

7. They've never even heard of our most popular superhero, Captain Saskatchewan

8. Two words: "Weird Al"

9. Get all confused when we ask a question that ends with "eh?"

10. Not enough guys named "Gordie"

Top Ten Things That Upset Your Dog

1. Blaming your farts on me... not funny... not funny at all !!!

2. Yelling at me for barking.. I'M A FRIGGIN' DOG, YOU IDIOT!

3. Taking me for a walk, then not letting me check stuff out. Exactly whose walk is this anyway?

4. Any trick that involves balancing food on my nose... stop it!

5. Any haircut that involves bows or ribbons. Now you know why we chew your stuff up when you're not home.

6. The sleight of hand, fake fetch throw. You fooled a dog! Whoooo Hoooooooo what a proud moment for the top of the food chain.

7. Taking me to the vet for "the big snip", then acting surprised when I freak out every time we go back!

8. Getting upset when I sniff the crotches of your guests. Sorry, but I haven't quite mastered that handshake thing yet.

9.Dog sweaters. Hello ? Haven't you noticed the fur?

10. How you act disgusted when I lick myself. Look, we both know the truth, you're just jealous.

Now lay off me on some of these thing's, We both know who's boss here! You don't see me picking up your poop do you ?

Οδυσσέας Ελύτης, «Τα Δημόσια και Τα Ιδιωτικά.»(Ρίτα Κ.)

Οδυσσέας Ελύτης, «Τα Δημόσια και Τα Ιδιωτικά.»

«Στα πλαϊνά μου τραπέζια οι ντόπιοι, αυτοί, έχουνε πέσει με τα μούτρα στις εφημερίδες που μόλις έφερε το μεσημεριανό αεροπλάνο. Μυστήριοι άνθρωποι. Τους ξέρω χρόνια, τους παρακολουθώ, τους μελετώ σαν νά ‘τανε πειραματόζωα. Στις κοινωνικές τους σχέσεις, τις οικογενειακές αλλά και τις επαγγελματικές, συμπεριφέρονται με μιαν ευθύτητα και μια ψυχική ευγένεια που μαρτυρούν κοιτάσματα χρυσού στο προγονικό τους υπέδαφος.

Η κρίση τους είναι καθαρό μαχαίρι. Κόβει τα πράγματα σε καλά και κακά, μαύρα και άσπρα, όπως μας τά ‘μαθε η μάνα μας. Έτσι όμως κι εμπλακούν στα συνθήματα που τους προσφέρουν με τον δικό τους, δόλιο τρόπο οι πολιτικές παρατάξεις, η καθαροσύνη αυτή χάνεται. Και τα μεν και τα δε είναι όλα καλά εάν βρίσκονται από το μέρος μας και όλα κακά εάν βρίσκονται από το άλλο. Δεν υπάρχει τρόπος να χωριστούν αλλιώς. Ούτε κανείς βιοχημικός ή οφθαλμολόγος θα μπορούσε να μας εξηγήσει πως γίνεται τόσο ετερόκλητα πράγματα να αποκτούν έξαφνα το ίδιο χρώμα και να θολώνουν το ίδιο μυαλό. Και το ωραίο είναι ότι, σε τελικήν ανάλυση, τη νύφη την πληρώνεις εσύ, που βρίσκεσαι με τους απ’ έξω.

Δεν τολμάς να τραβήξεις μιαν από τις αξίες που πιστεύεις ότι ικανοποιούν την εθνική σου φιλαυτία, και βλέπεις να βγαίνουν μαζί της ένα σωρό άνθρωποι των χρηματιστηρίων, που ανεβοκατεβαίνουν στην Κόλαση όπως στο σπίτι τους. Δεν κοτάς ν’ αγγίξεις μιαν από τις αξίες που ικανοποιούν τα αισθήματά σου για κοινωνική δικαιοσύνη, και βρίσκεσαι να «κάνεις πορεία» μ’ έναν συρφετό ανθρώπων που δεν έχουν δική τους σκέψη αλλά την περιμένουν από τον καθοδηγητή τους.

Έτσι όμως η ψυχή μας υποχρεώνεται να κυλήσει πάνω σε δύο γραμμές που αδυνατούμε να παραλληλίσουμε. Ο εκτροχιασμός είναι αναπόφευκτος. Θεέ μου ! Κι εγώ που ονειρευόμουν να παραλληλιστούν άλλου είδους γραμμές, κι απέβλεπα στις συντεταγμένες του γυμνού σώματος και της δικαιοσύνης, της αλκής και της ιερότητας, του παρθενικού και του ηδυπαθούς ! Που ζητούσα να καθαγιασθούν πρώτα μέσα στο άδυτον του κάθε ιδιώτη τα «κοινά», και έτσι μόνον να γίνουν κανόνες ζωής για όλους, με το ίδιο ήθος και την ίδια δύναμη .....
Ουτοπία ; Μπορεί – γιατί όχι ; Μια εκδοχή ανάμεσα στις άλλες είναι κι αυτή, μόνο που έχει λιγότερες πιθανότητες. Κι ύστερα κακολογούν τους ποιητές ότι δεν έχουν τη δύναμη ν’ αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα, μόνο κάθονται και ρεμβάζουν. Καλά κάνουν. Να βάζεις με το νου σου αβρά πράγματα, και μάλιστα να τα βλέπεις απ’ την ανάποδη, χρειάζεται νά ‘σαι σκληρός. Ή μήπως αδιάφορη και σκληρή δε δείχνει πάντα να είναι μέσα στις συμφορές μας η φύση ; Μα είναι ; Ή ζητάει τ’ αδύνατα ; Να εκπληρώσει τον προορισμό της, χωρίς ν’ αφεθεί να κλονιστεί από το χτυποκάρδι μας ;

Αυτό είναι. Τό ‘νιωσα δυνατά στον πόλεμο, πάνω στην υποχώρηση του ’41, μέσα στο φούντωμα της άνοιξης, όταν έδινα βουτιά στα ριζά των ολάνθιστων σύδεντρων για να καλυφθώ από τα γερμανικά στούκας. Με το μάγουλο στο υγρό χώμα ζητούσα βοήθεια, συμπόνια, προστασία – να μου ψιθυρίσουν αυτά τα μπουμπουκιασμένα κλωνιά έναν παρήγορο λόγο. Τίποτε. Το μόνο που ζητούσαν ήταν να μου υποβάλουν το «αιώνιο» που είχαν ταχθεί ν’ αντιπροσωπεύουν.

Έτσι ο ποιητής. Σκληρός. Και να ζητάει τ’ αδύνατα

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Τ. Λειβαδίτης - Πολύτιμος στίχος

Message body

Ἀναγράφω... - Τ. Λειβαδίτης - Πολύτιμος στίχος

Link to Ἀναγράφω...

Posted: 10 Dec 2011 06:19 AM PST
Τάσος Λειβαδίτης
Πολύτιμος στίχος


Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον
είμαστε κιόλας νεκροί.

Στίχος λιτός, στίχος γυμνός στην απλότητα της ειλικρίνειας του, ένας στίχος πολύτιμος ενός
«πρίγκηπα του τίποτα», ενός «τρελού για επαναστάσεις». Κι όμως η ειλικρίνεια σε αυτές τις δώδεκα λέξεις, νομίζω, μας εκθέτει αμήχανους και φανερώνει τα τόσα σημάδια της συνεχούς καθημερινής μας νέκρωσης...

Γιατί, άλλωστε, ποιος είναι πραγματικά νεκρός, ή ζωντανός;



α.α.


Το ποίημα αυτό μαζί με άλλα το είδα πρώτη φορά εδώ στο εξαιρετικό ιστολόγιο Μόνο Ποίηση

Alexander the Great



  • "Philip's son, Alexander the Great (356–323 BC), managed to briefly extend Macedonian power not only over the central Greek city-states, but also to the Persian empire, including Egypt and lands as far east as the fringes of India. Alexander's adoption of the styles of government of the conquered territories was accompanied by the spread of Greek culture and learning through his vast empire. Although the empire fractured into multiple Hellenic regimes shortly after his death, his conquests left a lasting legacy, not least in the new Greek-speaking cities founded across Persia's western territories, heralding the Hellenistic period. In the partition of Alexander's empire among the Diadochi, Macedonia fell to the Antipatrid dynasty, which was overthrown by the Antigonid dynasty after only a few years, in 294 BC."

  • Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

    Ανέκδοτα, 7/12/2011

    The Bible Salesman

    A man came into a shop with a 'Salesman Wanted' sign in a window.

    He went up to the owner and said, "I-I-I w-w-waannn-t the j-joooob-b."

    "I don't know if this job would suit you because of your speaking impediment," said the owner.

    "I h-h-havvve a w-wi-wiiiife and s-s-s-six k-kkkids, iiii-I re-really neeeed thi-thi-this j-j-job!" said the man.

    "O.K. Here are three Bibles. Go out and sell them." said the owner.

    So the man went out and came back an hour later. "H-here-sss your m-m-money." said the man.

    The owner was impressed, so he gave the man a dozen more Bibles and sent him out. The man came back in two hours and said, "Her-ers y-yooour m-m-money."

    The owner said, "This is fantastic. You sold more Bibles in three hours than anyone has sold in a week. Tell me, what do you say to the people when they come to the door?"

    "W-welllll," said the man, "I r-r-ring the d-door bell, a-a-and s-s-say 'H-Hel-Hello, M-m-maaaaddam, d-d-do you w-w- want t-t-t-to buy thi-thi-this B-B-Bible, oooor d-d-do y-you w-w-want m'me t-toooo read it t-t-t-t-to you?"

    Learn to be More Polite

    One day, Bill and Tom went to a restaurant for dinner. As soon as the waiter took out two steaks, Bill quickly picked out the bigger steak for himself.

    Tom wasn't happy about that: "When are you going to learn to be polite?"

    Bill: "If you had the chance to pick first, which one would you pick?"

    Tom: "The smaller piece, of course."

    Bill: "What are you whining about then? The smaller piece is what you want, right?"

    Deer Tick Warning

    I hate it when people forward bogus warnings, but this one is real, and it's important. So please send this warning to everyone on your e-mail list:

    If someone comes to your front door saying they are conducting a survey on deer ticks and asks you to take your clothes off and dance around with your arms up, DO NOT DO IT!

    IT IS A SCAM; they only want to see you naked.
    I wish I'd gotten this yesterday. I feel so stupid now.

    Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

    Fly on the Wall


     
    BookDaily
    BookDaily.comMy Sample Shelf
    (0) Books remaining on Shelf
    Thank you for subscribing to the featured BookDaily sample of the day. As an ArcaMax subscriber, it’s quick and easy to set up a BookDaily.com account. Get started.
    Fly on the Wall
    by Robin Coe
    Get Author Circle Updates. Join Now to receive promotions related to this title and author like special advance previews, sweepstakes, updates and more!

    terms
    On a date with his coworker, Jaylin dies and finds himself in a surreal afterlife world where he gets to choose to be reborn over and over...

    Killing Lincoln: The Shocking Assassination that Changed America Forever


    Killing Lincoln: The Shocking Assassination that Changed America Forever
    Buy Kindle Edition

    Killing Lincoln: The Shocking Assassination that Changed America Forever

    • Add to Shelf
    • Buy Now
    • Print a bookmark for this book!