Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2020

ΕΡΩΣ-ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

 

ΕΡΩΣ

www.flickr.com/photos/internetarchivebookimages/tags/book... . he family of  theI. g .—XIV. = Orodes I., brother

«Για ένα φουστάνι

Τόσος πόθος φτάνει.

Πάρε την αδελφή μου,

Μην τα βάζεις πια μαζί μου.

Θα σε απειλήσω,

Θα σε πολεμήσω»

«Δεν σε φοβάμαι

στα δίχτυα θα κοιμάμαι

με τούτη την στιλπνή στο δέρμα

σαν τα έρμα.

Ο πόθος δεν τελειώνει,

Την ψυχή μου λιώνει

Σαν το χιόνι

Έρως δίχως αναστολή

Δεν θα φορέσω πια στολή

Ούτε αυτό το κράνος.

Θα πεθάνω στην ζεστή αγκάλη,

Μέσα στα αιώνια κάλλη.

Έχω ιέρια

Κάτω τα χέρια»

«Δεν θα σ’αφήσω έτσι δίχως να σε πονέσω

την ιέρια θα σου κλέψω

πια δεν θα σε προστατατέψω.

Μην  ξεχνάς είμαι αυτοκράτορας

Και εσύ ο μελλοντικός εισπράκτορας

Της δικής σου αδικίας

Για έργα άνευ ουσίας»

«Μα αυτήν αγάπησα.

Την αδελφή δεν θέλω

Για όποιο συμφέρο.

Γιατί μην πεις πως δεν έχει άλλον.

Έτσι αμόλυντη και άσπυλη

Είναι η δική της ύλη…

Μα δεν κούνησε μαντήλι

Στο φευγιό μου,

Απ’ το χωριό μου».

«Αχάριστο πλάσμα

αφίνεις τραύμα

ένα την αδελφή δεν πας,

δύο αυτοκρατορία ξεχνάς

είσαι σατανας

καλά θα φας»

Δεν σε φοβάμαι,

Κοντά στην άλλη θα’ μαι

 

ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

 

«Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ» -ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

 

«Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ»

 Μεγάλος ενθουσιασμός στην αρχή και μετά… σιωπή. Τι συμβαίνει;

 

Είσαι ο ενθουσιασμός

Ο νέος στραβισμός

Εκεί που δεν υπάρχει

Φως

Είσαι κόλακας

Είσαι βρικόλακας

Χρόνια μου ρουφάς το αίμα

Εκεί που κρέμεται η καδένα

Όλα για σε δήθεν ωραία

Τα ντύνεις με το ψέμα

Καθώς ζητάς μια στάλα αίμα.

Θα βρω κάποιον αληθινό

Να πιώ καφέ το δηλεινό

Κι ας μην υπάρξει

Ενθουσιασμός

Στραβισμός

Ο παλιός ερωτισμός

 

Είσαι ο ενθουσιασμός

Που πέρασε

Όταν αντίκρυσε το φως

Συγκρίνεσαι με το αληθινό

Λογοκρίνεσαι από το γιορτινό

Το δηλεινό

Του καφενέ

Έρως δίχως ρεφενέ.

Ήσουν ενθουσιασμός

Καιρός να βγω κι εγώ στο φως.

 ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

ΕΡΩΣ ΔΙΧΩΣ ΚΑΛΟ ΤΕΛΟΣ-ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

 

 

Δύο ψυχές ερωτευτήκαν

Και μετα κρυφτήκαν

Γιατί δεν τα βρήκαν

Μέσα στα δάση

βρήκαν νέα πάθη

κόντρα στα ήθη

αυτό το ξενύχτι

και μετά η λήθη.

 

«Σαν την Διδώ πεθαίνεις

Γιατί δεν ακριβαίνεις

Καθώς δεν ξεμακραίνεις

Μπήκε ο Αινείας στην Καρχηδόνα

Και φεύγει στην Ιταλία

Τι αλητεία

Να κτίσει αυτήν την Ρώμη

Κι εσύ δεν φτιάχνεις κώμη

Αντιθέτως

Θες ν’ αυτοκτονήσεις

Για να τον τιμωρήσεις.

Μα έπεσες από τον βράχο

Για έναν βλάχο

Χωρίς πόλη;

Δική σου θα’ταν όλη,

Αν δεν δινόσουν,

Αν δεν γδυνόσουν,

Αν δεν αφινόσουν

Στο παράνομο κρεβάτι

Αυτό το μαύρο άτι

Έγινε άχτι

Συντρίμια κι όλα στάχτη.»

 

Θέλω αυτά να γράψω

Για να συρράψω

Τα χιλιοειπομένα

Τα χιλιομπαλομένα

Απ’ την αρχή ένα ένα

Για να φτιάξω εμένα

Και να χαρώ εσένα.

 

 

 

 

                 ΑΙΜΙΛΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ