Σάββατο 22 Ιουνίου 2013

Θησέας ο Πιτυοκάμπτης

in response to mixos:
Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι που κάναμε μαζί τα είκοσι τελευταία χρόνια στην ΕΡΤ3 από την εκπομπή «Ανιχνεύσεις».  Νομίζω κάτι άφησε σ’ όλους μας, ακόμη και σε εκείνους που δεν μας συμπαθούσαν: Την εμπειρία της χαράς, του τραγικού, του απρόοπτου. Την προσπάθεια αναζήτησης του νέου, ερμηνείας των γεγονότων, ανακάλυψης καινούριων  δρόμων. Ένα ταξίδι που, προσωπικά με […]
Παιδιά σας έχω καλλιτεχνικά νέα, κυρίως για τους σινεφίλ.
Η εταιρεία “Τελεία & Παύλα Productions Group Ltd” παρουσίασε την υπερπαραγωγή (2013):
« Ήμουν (και είμαι ακόμα) κι εγώ εκεί, με τους Ούνους του Κυρίλλου».
Πρόκειται για μιαν αριστουργηματική μεταφορά της υπόθεσης της Υπατίας, που αποκαλύπτει σκοτεινές και άγνωστες μέχρι τώρα πτυχές του δράματος που παίχτηκε στην Αλεξάνδρεια, το 416 μ.χ.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στα φρικιαστικά γεγονότα έπαιξε ένας άρχοντας της Αλεξἀνδρειας ονόματι Εξαρχίδας.
Σε συντομία και όσο πιο παραστατικά (και λυρικά) μπορώ, σας μεταφέρω την πλοκή του έργου.
Πάντως, πρέπει να ομολογήσω πως τα λόγια ωχριούν μπροστά στο μεγαλείο αυτού του σατανικού ανθρώπου, πόσο μάλλον όταν η παρουσίασή του γίνεται με τα φτωχά εκφραστικά μέσα της αφεντιάς μου.
Γλυκοχάραζε που λέτε, πάνω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Ξαπλωμένος στο ανάκλιντρό του ο Εξαρχίδας, απολάμβανε την αμφιθεατρική θέα του ανακτόρου του στον κόλπο και ρουφούσε το γλυκό σερμπέτι του. Τριγύρω του, εξασκημένοι δούλοι τον δρόσιζαν φυσώντας πάνω του, γιατί ο Εξαρχίδας απεχθανόταν τα μηχανικά πράγματα όπως βεντάλιες και τα τοιαύτα.
Μπροστά του γονατισμένος ο Εφαψίας του χάιδευε τοοοο (ξέρετε ποιο) … του, εις μάτιν βέβαια, αφού όλοι ήξεραν πως είχε χρόνια που δεν του σηκωνόταν. Ίσως γι αυτό και τα είχε δώσει όλα στη ίντριγκα, τα βασανιστήρια και τους διωγμούς. Κάποτε κάποτε μάλιστα, δόξαζε τους θεούς που στερώντας του μιαν απόλαυση, του είχαν δώσει μιαν άλλη πολύ ισχυρότερη, όπως έλεγε.
Μέσα του όμως κάτι τον έτρωγε και του χάλαγε την ειδυλλιακή ατμόσφαιρα. Πως μπορούσε στ’ αλήθεια ν’ απολαύσει τα αγαθά του όταν στην πόλη υπήρχε αυτή η..η.. η τιποτένια, το βρωμοθήλυκο η Υπατία; Στη σκέψη της τα χαρακτηριστικά του σκλήρυναν κι ένας μορφασμός μίσους αυλάκωσε το πρόσωπό του. Άρπαξε το πρώτο πράγμα που βρήκε μπροστά του και που δεν ήταν άλλο από τα μαλλιά του Εφαψία, και με μιαν αποφασιστική κίνηση ξερίζωσε όσα περισσότερα μπορούσε: «αυτό για να μάθεις τσουλί» σφύριξε μέσα από τα δόντια του.
Γιατί ο Εξαρχίδας, αν και ήταν γέρος, πούστης και άσχημος, είχε εν τούτοις μιαν απύθμενη όρεξη για λατρείες και δοξολογίες προς το άτομό του. Η όρεξη αυτή δεν μπορούσε να κορεστεί γιατί όσο επιζητούσε κι απολάμβανε τις κολακείες άλλο τόσο αυτές τον εξόργιζαν την ίδια στιγμή, καθώς καταλάβαινε την προφανή υποκρισία. Εκείνο που τον τρέλαινε πάντως κυριολεκτικά, ήταν το να μην του δίνει κάποιος καθόλου σημασία. Σπάνιο όσο κι αν ήταν κάτι τέτοιο, εμφανιζόντουσαν ωστόσο περιπτώσεις εδώ κι εκεί, που έκαναν το λάθος αυτό. Και έπειτα, έπαυαν να κάνουν αυτό ή οποιοδήποτε άλλο λάθος καθώς ο Εξαρχίδας – με φρικτό πάντοτε τρόπο – (για να θυμούνται οι παλαιοί και να διδάσκονται οι νεώτεροι, έλεγε) τους έστελνε να συλλογιστούν βαθειά και να μετανοήσουν στην Αχερουσία.
Και η Υπατία ήταν όμορφη σκέφθηκε ο Εξαρχίδας κι αμέσως λύσσαξε με τον εαυτό του και ήρθε στα ίσα του.
Μαθηματικός !! … φιλόσοφος !! … και υπάρχουν ζώα που την ακολουθούν και μαθητεύουν κοντά της, φρύαξε ο Εξαρχίδας.
Και τι να της προσάψεις; αυτή φαίνεται και είναι άμεμπτη…
Έξαφνα, μια αλληλουχία έπεσε βαριά σαν σίδερο στο μυαλό του:
Είναι ειδωλολάτρισσα … Ο δεσπότης της Αλεξάνδρειας ο Κύριλλος, την μισεί …. το τέλειο έγκλημα διαπράττεται πάντα από ένα όχλο … και ο όχλος μια μόνο τιμωρία επιβάλλει … έναν όχλο μπορείς πολύ εύκολα να τον δημιουργήσεις και … λεφτά υπάρχουν!
Αυτό ήταν: η έμπνευση τον χτύπησε σαν κεραυνός…. Α, μα αυτό είναι θαυμάσιο, σκέφτηκε. Η περίσταση, η περίσταση σηκώνει διασκέδαση…. Σημάδεψε τα τελευταία δόντια του Εφαψία (όσα του είχαν μείνει από προηγούμενες επαφές τέτοιου τύπου) και γελώντας με εκείνο το γνώριμο ανατριχιαστικό του γέλιο, γέλιο των μεγάλων στιγμών, κοπάνησε μια γερή γονατιά στο στόμα του. Δεν λάθεψε. Αλλά η περίσταση απαιτούσε πολύ περισσότερα. Σημάδεψε τα αχαμνά του εκ δεξιών δούλου και του έριξε μιαν αγκωνιά .. μα τι αγκωνιά! Δεν μπορούσες να πιστέψεις ότι μέσα σ’ ένα τόσο γέρικο κουφάρι μπορούσε να κρύβεται τόση δύναμη. Σηκώθηκε σχεδόν χοροπηδώντας από το ανάκλιντρο, και έριξε μια γερή κουτουλιά στην πρώτη μούρη που συνάντησε μπροστά του.
Όταν έτρεξε προς τον τοίχο όπου είχε κρεμασμένο το ξίφος του, οι δούλοι κατάλαβαν ότι ήταν ώρα να την κάνουν και σκόρπισαν προς κάθε κατεύθυνση … Υπό κανονικές συνθήκες, ο Εξαρχίδας θα καλούσε τη φρουρά του κι αυτή θα έπιανε ένα δούλο στην τύχη και μετά ο Εξαρχίδας θα τον σκότωνε με φρικτά βασανιστήρια, αφού, όπως έλεγε, «είχε επιχειρήσει να αποδράσει ο άτιμος, μακριά από τα ελέη και την προστασία που του προσφερόντουσαν αφειδώς σ’ αυτό τον οίκο της στοργής».
Ναι ρε παιδιά, έτσι αποκαλούσε το ανάκτορό του……
Έπειτα, βγήκε στο μπαλκόνι του και διέκρινε τον Εφαψία κρυμμένο πίσω από το πιθάρι του κήπου – έλα επάνω ρε ζώον που σε θέλω, διέταξε.
Αλλά ο Εφαψίας, έμπειρος στα τερτίπια του αφέντη του, αρνήθηκε σθεναρά: με τίποτα αφέντη, αντέτεινε. Αν ανέβω, θα μου κόψεις τα αχαμνά ή θα μου βγάλεις τα μάτια, κάτι φρικτό τέλος πάντων. Εκούσια δεν πάω στο χαμό μου.
Ο Εξαρχίδας δίστασε προς στιγμή: μήπως ήταν στ αλήθεια ώρα για ένα ωραίο βασανιστήριο; Αλλά μετά ο σκοπός του τον ξανασυνεπήρε. Έλα επάνω ζώον και στ ορκίζομαι πως δεν θα σε αγγίξω.
Κι έτσι ο Εφαψίας πήρε το δρόμο για το δεσποτικό του Κύριλλου, για ιδιαίτερες συνομιλίες για τον κοινό σκοπό, κι από κει, φορτωμένος με κάμποσο χρυσάφι, γραμμή για το λιμάνι, στους ανθρώπους του σκοινιού και του παλουκιού που για ένα χρυσό νόμισμα σκοτώνουν και τη μάνα τους, για να «τονώσει» το ενδιαφέρον των υποκινητών, αυτών ντε που θα ξεκίναγαν τις «αυθόρμητες» διαμαρτυρίες εναντίον της Υπατίας και που θα αποτελούσαν τον πυρήνα του αγανακτισμένου όχλου.
Έπειτα τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Αλλά πολλά είπα και θα με κυνηγήσει η «Τελεία & Παύλα Productions Group Ltd» για τα πνευματικά της δικαιώματα. Τα υπόλοιπα επί της οθόνης.
Αιώνες αργότερα, κάποιος Μπλαίζ Πασκάλ, θα έγραφε:
«… θέλει να είναι μεγάλος και βλέπει πως είναι μικρός• θέλει να είναι ευτυχής και βλέπει πως είναι άθλιος• θέλει να είναι τέλειος και βλέπει πως είναι γεμάτος ατέλειες• θέλει να είναι το αντικείμενο της αγάπης και της εκτίμησης των ανθρώπων και βλέπει πως τα ελαττώματά του δεν αξίζουν παρά την αποστροφή και την περιφρόνησή τους. Αυτή η δυσκολία στην οποία βρίσκεται, του προξενεί το πιο άδικο και το πιο εγκληματικό πάθος που θα μπορούσε να διανοηθεί. Γιατί νοιώθει ένα θανάσιμο μίσος εναντίον αυτής της αλήθειας, η οποία τον προσβάλλει και τον πείθει για τα ελαττώματά του. Θα ήθελε να την εκμηδενίσει, και, μη μπορώντας να την καταστρέψει αυτή την ίδια, την καταστρέφει όσο του είναι μπορετό, μέσα στη σκέψη του και στη σκέψη των άλλων• δηλαδή καταβάλλει όλες του τις φροντίδες για να καλύψει τα ελαττώματά του και στους άλλους και στον εαυτό του, και δεν το υποφέρει όταν τον κάνουν να τα βλέπει ούτε όταν τα βλέπει ο ίδιος.»
Ο Εξαρχίδας βέβαια δεν γνώριζε, δεν μπορούσε να γνωρίζει, τον Πασκάλ. Αλλά και να τον γνώριζε τίποτα δεν θα άλλαζε. Σε αιώνια αντιπαράθεση βρίσκονται οι Σκέψεις του Πασκάλ με τις πράξεις του Εξαρχίδα.
Πάντα οι Εξαρχίδηδες θα προσπαθούν να αφανίσουν την αλήθεια και ακόμα, οποιαδήποτε σκέψη για την αλήθεια, οποιονδήποτε μοχθεί για την αλήθεια. Πάντα η αλήθεια θα τους πονάει και θα τους καίει τα μάτια, πάντα στο άκουσμα οτιδήποτε αληθινού, θα συστρέφονται και θα ουρλιάζουν σαν δαιμονισμένοι, ελπίζοντας μόνο αυτή η φωτιά που τους καίει τα σωθικά να πάρει τέλος.
Αμ δε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου